H βιταμίνη D (βιταμίνη D2 και βιταμίνη D3) είναι μία λιποδιαλυτή βιταμίνη που ρυθμίζει τον μεταβολισμό του ασβεστίου και του φωσφόρου και γι’ αυτό παίζει σημαντικότατο ρόλο στη μυοσκελετική υγεία. Παράγεται ενδογενώς από την έκθεση του δέρματός μας στην ηλιακή ακτινοβολία (υπεριώδη-Β ακτινοβολία, UV-B) και αυτή είναι η κύρια πηγή πρόσληψής της.

Πηγή πρόσληψης είναι επίσης διάφορα τρόφιμα (λιπαρά ψάρια, κρόκος αυγού, κρέας, άγρια μανιτάρια όπως και τρόφιμα εμπλουτισμένα με βιταμίνη D, για παράδειγμα γάλα, μαργαρίνη/ βούτυρο, δημητριακά πρωινού) ή συμπληρώματα διατροφής. Κατά τους καλοκαιρινούς μήνες η σύνθεση της βιταμίνης D3 στο δέρμα μας είναι ίσως η κύρια πηγή πρόσληψης βιταμίνης D.

H διαιτητική πρόσληψη είναι απαραίτητη όταν η έκθεσή μας στον ήλιο (ακτίνες UV-B) είναι περιορισμένη ή ανεπαρκής, όπως τον χειμώνα, ή όταν δεν περνάμε αρκετό χρόνο εκτός σπιτιού.

Παράγοντες που επηρεάζουν τη σύνθεση της βιταμίνης D στο δέρμα είναι το γεωγραφικό πλάτος (>37οΝ οι ιδιότητες του ήλιου δεν επαρκούν για να συντεθεί επαρκής ποσότητα D3), η εποχή (χειμώνας-καλοκαίρι), το στρώμα του όζοντος και τα σύννεφα (που απορροφούν τη UV-B ακτινοβολία), ο χρόνος παραμονής σε εξωτερικούς χώρους, η χρήση αντηλιακού προς αποφυγή ηλιακών ερυθημάτων-εγκαυμάτων και καρκίνου του δέρματος (μπλοκάρει τη σύνθεση βιταμίνης D), τα ρούχα που φοράμε και το ποσοστό του δέρματος που αφήνουν ακάλυπτο, το χρώμα της επιδερμίδας μας (σκούρες επιδερμίδες χρειάζονται μεγαλύτερη έκθεση στον ήλιο σε σύγκριση με τις ανοιχτόχρωμες) και η ηλικία.

Η ανεπάρκεια της βιταμίνης D οδηγεί σε ανεπαρκή απορρόφηση ασβεστίου και φωσφόρου στα οστά και τα δόντια.

Τα κλινικά σημάδια της αβιταμίνωσης D εκδηλώνονται ως ραχίτιδα στα παιδιά -τα οστά γίνονται μαλακά, αδύναμα και παραμορφώνονται στη διάρκεια της ανάπτυξής τους- και οστεομαλακία στους ενήλικες, που προκαλεί έντονους πόνους σε μυς και οστά, ενώ στην τρίτη ηλικία και κυρίως στις μετα-εμμηνοπαυσιακές γυναίκες η παρατεταμένη ανεπάρκεια βιταμίνης D οδηγεί σε οστεοπόρωση.

Η Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφάλειας Τροφίμων της Ευρωπαϊκής Ενωσης (EFSA) στην τελευταία επιστημονική της έκθεση το 2016 προσδιόρισε τα επίπεδα επαρκούς πρόσληψης βιταμίνης D σε μg/μέρα.

Στους ενήλικες (άντρες, γυναίκες, έγκυες και θηλάζουσες) και στα παιδιά ηλικίας 1-17 ετών η επαρκής πρόσληψη βιταμίνης D προσδιορίστηκε στα 15 μg/ μέρα, ενώ στα βρέφη 7-11 μηνών η επαρκής πρόσληψη τέθηκε στα 10 μg/ μέρα.

Ο EFSA τονίζει πως όταν υπάρχει επαρκής δερματική σύνθεση βιταμίνης D (δηλαδή υπάρχει καθημερινή και ασφαλής ηλιακή έκθεση του σώματος, μένοντας στη σκιά τις επικίνδυνες ώρες 11.00-16.00 για εγκαύματα και καρκίνο δέρματος), η αναγκαιότητα για διατροφικό συμπλήρωμα βιταμίνης D είναι πολύ μικρή έως και μηδαμινή.

Στην Ελλάδα λοιπόν, που έχουμε ηλιοφάνεια το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου, καλό θα είναι να κάνετε δραστηριότητες εκτός σπιτιού για τουλάχιστον 30 λεπτά κάθε μέρα, τηρώντας τις οδηγίες ασφαλούς έκθεσης στον ήλιο και φορώντας ελαφρά ρούχα που αφήνουν ακάλυπτες ορισμένες περιοχές του σώματος, ώστε να συνθέτετε επαρκή ποσότητα βιταμίνης D.

Οσον αφορά τη διατροφή σας, μην ξεχνάτε να τρώτε σε εβδομαδιαία βάση λιπαρά ψάρια, αυγά και μανιτάρια.

Τις συννεφιασμένες μέρες του χειμώνα ίσως χρειαστείτε και κάποιο διατροφικό συμπλήρωμα βιταμίνης D, πάντα σε συνεννόηση με τον γιατρό σας.

Πηγή: efsyn.gr